Η απόφασή μου να πάω στο All senses gastronomy ήταν μάλλον τυχαία. Λίγο η διαφήμιση στο Facebook (τελικά πιάνει τόπο) λίγο η καλή φωτογράφιση και η ωραία παρουσίαση των πιάτων τους στον ιστότοπό τους, με παρακίνησαν να δοκιμάσω την ιδέα της “διαφορετικής” συμμετοχής όλων των αισθήσεων κατά τη διάρκεια του δείπνου.
Τελικά όμως δεν πείστηκα όπως θα εξηγήσω πιο κάτω. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο η επίσκεψη σε αυτό το εστιατόριο τουλάχιστον μια φορά για το φαγητό του και την εξυπηρέτησή του. Γι’ αυτό άλλωστε και το παρουσιάζω.
Η ιδέα της συμμετοχής όλων των αισθήσεων σε ένα γεύμα όπως αυτή παρουσιάζεται στο εστιατόριο, βασίζεται σε ένα οπτικοακουστικό σύνολο που συνοδεύει κάθε πιάτο που σερβίρεται στους συνδαιτυμόνες. Μουσική επένδυση και βίντεοπροβολές στους τοίχους μίας κλειστής αίθουσας προσπαθούν να απομονώσουν τις αισθήσεις από το εξωτερικό περιβάλλον και να επικεντρώσουν τις αισθήσεις της όρασης και της ακοής του δειπνούντα στο πιάτο που έχει μπροστά του με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχυθούν οι αισθήσεις της γεύσης και της όσφρησης. Ή τουλάχιστον έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ το εγχείρημα. Παρόλο που υπήρξαν κάποιες στιγμές που χαλάρωσα και απομονώθηκα από το πραγματικό περιβάλλον δεν μπόρεσα να καταλάβω πως, βλέποντας σελινοχώραφα στους τοίχους και αίματα (εικόνες όχι αληθινά) πάνω στο τραπέζι θα ευχαριστηθώ περισσότερο το φαγητό μου. Προσωπικά θεωρώ ότι ένα επιτυχημένο εστιατόριο θα πρέπει να βασίζει τη απόλαυση με τη συμμετοχή των αισθήσεων του δειπνούντα, στο πιάτο που του παρουσιάζει και όχι σε εξωτερικούς παράγοντες όπως βιντεοπροβολές.
Η ένστασή μου συνεχίζεται και στην πίεση του χρόνου που υπάρχει στους συνδαιτυμόνες εξ’ αιτίας του σχεδιασμού του εγχειρήματος. Προκειμένου να λειτουργήσει σωστά η ιδέα πρέπει να υπάρχει συντονισμός στη χρονική αλληλουχία των πιάτων πράγμα που σημαίνει ότι οι ομοτράπεζοι πρέπει αφ’ ενός να τρώνε με κοινό ρυθμό αφ’ ετέρου να ακολουθούν το πρόγραμμα ροής των πιάτων του εστιατορίου. Υπάρχει λοιπόν προκαθορισμένος χρόνος με μικρές ανοχές όπου ο επισκέπτης πρέπει να τελειώσει το πιάτο του. Ήδη εδώ η έννοια της άνεσης και του αργού φαγητού (slow food) χάνεται. Άλλο πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι προκειμένου να κυριαρχήσει ο ήχος στις ομιλίες των συνδαιτυμόνων αυξάνεται η ένταση με αποτέλεσμα να αυξάνεται και η ένταση των ομιλιών, διότι ένα τέτοιο εγχείρημα επιφέρει σίγουρα ομιλίες και σχόλια πάνω στο στήσιμό του από τους επισκέπτες του ειδικά όταν έρχονται για πρώτη φορά. Έτσι η δυνατή μουσική καταντάει ενοχλητική αντί να φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ένα άλλο θέμα που ήταν λίγο ενοχλητικό (καθ’ ομολογία αρκετών συνδαιτυμόνων) ήταν η γρήγορη εναλλαγή των εικόνων με έντονα χρώματα σε σκοτεινό φόντο η οποία προκάλεσε ζαλάδα και σε εμένα και σε άλλα άτομα της παρέας μου.
Επανερχόμενος λοιπόν στην πρώτη μου παρατήρηση, προκειμένου να υπάρξει συγχρονισμός στη ροή των πιάτων με τους υπόλοιπους συνδαιτυμόνες ήλθε ο σερβιτόρος για να μου πάρει το πιάτο προτού το τελειώσω, δεδομένου ότι ήταν πολύ ωραίο και ήθελα το χρόνο μου για να το απολαύσω, με αποτέλεσμα να με εκνευρίσει και να πετύχει το αντίθετο από το επιθυμητό που είναι η ικανοποίηση.
Εν κατακλείδι διαφωνώ με το σχεδιασμό του εγχειρήματος γιατί εγώ θέλω να απολαμβάνω το φαγητό μου, όπου στην προκειμένη περίπτωση ήταν πάρα πολύ καλό, με τους δικούς μου ρυθμούς και όχι με τους ρυθμούς που μου επιβάλλει το εστιατόριο.
ΦΑΓΗΤΟ
Το φαγητό του όπως είπα προηγουμένως με κέρδισε. Η διαδικασία ξεκίνησε βάζοντάς μας στον προθάλαμο της αίθουσας και σερβίροντάς μας ένα κοκτέιλ ως ξεκίνημα. Μου άρεσε ιδιαιτέρως και είναι το πρώτο κοκτέιλ σε παρουσίαση εστιατορίου το οποίο βαθμολογώ. Η “Ελληνική Τίγρης” είναι ένα κοκτέιλ που βασίζεται στο ούζο και στο χυμό πορτοκάλι τα οποία παντρεύτηκαν με εξαιρετική επιτυχία. Ακολούθησε ένα καλωσόρισμα το οποίο ήταν δέρμα χοίρου με σκόνη από τζατζίκι. Ολίγον αδιάφορο αν και εμφανισιακά ωραίο, διότι ότι και να κάνει κανείς το δέρμα χοίρου είναι πάντα το δέρμα χοίρου. Πάντα υπάρχει μια υποβόσκουσα ταγκίλα ενώ αν το παραεπεξεργαστείς είναι τελείως άγευστο. Μετά τα ορεκτικά, μας συνόδευσαν στην αίθουσα εστίασης, καθίσαμε και ξεκίνησε το τελετουργικό. Στην αρχή ήλθε η σελινόριζα με το πεύκο. Σελινόριζα σε μορφή τσιπς πάνω σε φλούδα από κορμό πεύκου. Το περιβάλλον μύρισε πεύκο όμως το τσιπς της σελινόριζας ήταν λίγο πιο καμένο απ’ όσο θα έπρεπε. Επόμενο πιάτο η τάρτα με αυγοτάραχο Μεσολογγίου με ξινή κρέμα και αμύγδαλο όπου η ξινή κρέμα σκέπασε τις άλλες γεύσεις παρόλο που το άρωμα του αυγοτάραχου ήταν διακριτό. Ακολουθεί το καμένο ψωμί, καπνιστό τυρί και αυγά σολομού. Πολύ ωραία έμπνευση και εκτέλεση τόσο εμφανισιακά όσο και γευστικά. Το ίδιο ισχύει και για το επόμενο πιάτο με τις ελιές και τα σταφύλια. Πολτός ελιάς και μαύρο σταφύλι διατηρημένο σε λάδι ελιάς. Εκπληκτικός συνδυασμός και πολύ καλή γευστική ισορροπία. Εξίσου εξαιρετικό πιάτο οι γαρίδες με μαγιονέζα και τυρί. Φρέσκες ωμές γαριδούλες γαρνιρισμένες με κρίταμο τουρσί και συνοδεία μαγιονέζας και αποξηραμένου τυριού. Καταπληκτική αίσθηση στο στόμα όπως έδενε η τρυφερότητα της γαρίδας με την τραγανή υφή του τυριού. Ενδιαφέροντας γευστικός συνδυασμός ήταν και το ωμό καλαμάρι με τη φράουλα και το ζωμό του μυδιού, όμως γευστική ανάμνηση έχω εντονότερη από το επόμενο πιάτο που ήταν το μπριος με το προσούτο. Απλή σύλληψη και εκτέλεσή που αναδείκνυε παρά πολύ ωραία την αντίθεση του γλυκού με το αλμυρό. Το επόμενο πιάτο όμως δε με ενθουσίασε. Σελινόριζα με φιστίκι Αιγίνης και μήλο, γευστικά αδιάφορο. Όμως το πιο καλομαγειρεμένο πιάτο ήταν το επόμενο. Ο αγριόχοιρος με τα μανιτάρια και το λαγόχορτο. Γι’ αυτό το πιάτο, που συνοδεύτηκε με ένα καταπληκτικό κόκκινο κρασί, ταράχτηκα όταν ήλθε να μου το πάρει ο σερβιτόρος ενώ δεν το είχα τελειώσει γιατί ήθελα να το απολαύσω. Αφού τελείωσαν τα αλμυρά ήλθε η ώρα των γλυκών με το λεμόνι με μαστίχα που δε με ενθουσίασε εν αντιθέσει με το επόμενο γλυκό που ήταν κορυφαίο. Το “κόκκοι καφέ με παγωτό γιαούρτι”. Κόκκοι καφέ που ήταν στην ουσία σοκολάτα με παγωτό γιαούρτι και σιρόπι από πάνω.
ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ
Το σέρβις ήταν άριστο. Λειτουργούσε άψογα και ήταν συντονισμένο. Πάντα παρούσα η chef de cuisine που μας εξηγούσε τα πιάτα που σερβιρίζονταν. Το εστιατόριο έχει εξυπηρέτηση για τη στάθμευση των αυτοκινήτων. Μοναδική παραφωνία το γεγονός ότι όταν πήγαμε στο εστιατόριο μέχρι να ετοιμαστεί η σάλα για να φάμε, μας είπαν να περιμένουμε στο μπαρ του εστιατορίου που φιλοξενεί το all senses gastronomy, το οποίο όμως δεν είχε θέσεις για να καθίσουμε και δεν ενδιαφέρθηκε κανείς να μας βρει θέσεις. Επίσης καλό θα ήταν κατά τη διάρκεια της αναμονής μας να μας πρόσφεραν κάτι διαφορετικό εκτός από νερό.
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Το all senses gastronomy είναι ένα εστιατόριο μέσα σε ένα εστιατόριο. Βρίσκεται στον ημιόροφο του spiti neat eat and drink, το οποίο είναι τών ίδιων ιδιοκτητών με το all senses gastronomy. Στον προθάλαμο του ημιορόφου βρίσκονται 2 μεγάλα τραπέζια στα οποία η σεφ υποδέχεται τους επισκέπτες προσφέροντάς τους ένα κοκτέιλ και ένα καλοσώρισμα εξηγώντας τους ταυτόχρονα τη διαδικασία που θα ακολουθήσει. Πολύ ωραίο design και σωστός φωτισμός. Όπως ωραίος φωτισμός, που σε κερδίζει είναι και ο φωτισμός της σάλας εστίασης. Η αίθουσα είναι υποφωτισμένη, αναγκαίο βέβαια για να μπορούν να προβάλλονται τα βίντεο στους τοίχους, αλλά όμως τα πιάτα όταν σερβίρονται είναι επαρκώς φωτισμένα για να βλέπει ο δειπνούντας ακριβώς τι τρώει.
ΛΙΣΤΑ ΠΟΤΩΝ
Λίστα δεν υπάρχει γιατί ο σχεδιασμός της ιδέας προβλέπει συγκεκριμένα ποτά με κάθε πιάτο που σερβίρεται. Μια ιδέα που με βρίσκει σύμφωνο. Έτσι λοιπόν θα σχολιάσω τα κρασιά τα οποία συνόδευσαν το δείπνο μου. Μου έφεραν τρία λευκά και δύο κόκκινα. Θεωρώ ότι τα λευκά δεν ήταν οι καλύτερες επιλογές για τα πιάτα που συνόδευαν, χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω ποια θα ήταν τα κατάλληλα (δεν είμαι άλλωστε sommelier) με κάποια από αυτά να έχουν πάρει τον “αέρα” τους. Το πρώτο κόκκινο όμως ήταν καταπληκτική επιλογή που συνόδευε άριστα τον αγριόχοιρο. Ο Οργίων μια μαυροδάφνη με ένα πλουσιότατο μπουκέτο από κόκκινα φρούτα του δάσους, ξύλο και νότες από δέρμα έδεσε τέλεια με το κρέας και τα άγρια μανιτάρια. Εννοείται πως αυτό το κρασί θα ψάξω να το βρω και για τη δική μου κάβα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Όπως είπα και στην εισαγωγή, αξίζει τον κόπο μια επίσκεψη σε αυτό το εστιατόριο γιατί το φαγητό του είναι πολύ καλό, το ίδιο η εξυπηρέτηση όπως και το περιβάλλον. Εκ των υστέρων στεναχωρήθηκα λίγο γιατί όταν ήλθε μια εκ των ιδιοκτητών για να ρωτήσει τη γνώμη μας, την πιάσαμε από τη «μύτη». Ενώ θα έπρεπε να εστιάσουμε στα θετικά του εστιατορίου αρχίσαμε την γκρίνια για όλα αυτά που περιέγραψα στην εισαγωγή μου. Παρόλα αυτά νομίζω ότι με την παρουσίασή μου αυτή εξιλεώνομαι και δικαιώνω κατά τ’ άλλα το εστιατόριο αυτό.